- Ντούισμπουργκ
- (Duisburg). Πόλη (513.400 κάτ. το 2003) της Γερμανίας στο ομόσπονδο κρατίδιο Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας· βρίσκεται κοντά στη συμβολή του Ρουρ στον Ρήνο και στην αρχή της διώρυγας Ρήνοι Χέρνε, περίπου 50 χλμ. ΒΔ της Κολονίας. Η πόλη, με αρκετά παλιά προέλευση, υπήρξε κατά τα μέσα του Μεσαίωνα κτήση των Μεροβιγγείων και ύστερα, αφού έγινε αυτοκρατορική πόλη, προσχώρησε στη Χανσεατική Ένωση το 1290 περιήλθε στο δουκάτο της Κλέβης και με αυτό, τον 17o αι., στο Βρανδεμβούργο, την ιστορική περιοχή που αποτέλεσε τον αρχικό πυρήνα του πρωσικού κράτους.
Το Ν., που βρίσκεται στην πλουσιότατη ανθρακοφόρα λεκάνη του Ρουρ και ευνοείται από τον Ρήνο, που είναι πλωτός έως εκεί και για ωκεανοπόρα πλοία, αποτέλεσε την κυριότερη εμπορική διέξοδο της περιοχής· από το 1905 το Ν. μεγάλωσε με την προσάρτηση διάφορων μικρότερων κέντρων όπως το Χάμπορν, το Ρούρορτ και το Μάιντεριχ, και ανέπτυξε τη βιομηχανία του, ιδιαίτερα στους τομείς χαλυβουργίας (θεωρείται η γερμανική πρωτεύουσα του χάλυβα), μεταλλομηχανουργίας, χημικών και πετροχημικών προϊόντων. Παρά τις σοβαρότατες ζημιές που υπέστησαν κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο η πόλη και οι λιμενικές εγκαταστάσεις της, το Ν. ξαναβρήκε την προπολεμική του δραστηριότητα· έχει το πιο εκτεταμένο ποτάμιο λιμάνι της Ευρώπης (καλύπτει περιοχή 10.000 στρεμμάτων και οι αποβάθρες του ξεπερνούν τα 50 χλμ.), με εγκαταστάσεις για την εξαγωγή κάρβουνου, χαλυβουργικών προϊόντων, και για τις εισαγωγές δημητριακών, σιδήρου και πετρελαίου. Από τα μνημεία της πόλης, άξια μνείας είναι ο γοτθικός ναός του Σωτήρα, στον οποίο έχει ταφεί ο περίφημος χαρτογράφος Γεράρδος Μερκάτορ, που έζησε για μεγάλο διάστημα στο Ν. όπου και πέθανε το 1594.
Γερμανική «πρωτεύουσα» του χάλυβα, βρίσκεται στη συμβολή Ρήνου-Ρουρ, έχει το μεγαλύτερο ποτάμιο λιμάνι της Ευρώπης και είναι η κυριότερη διέξοδος του λεκανοπεδίου του Ρουρ.
Dictionary of Greek. 2013.